Η γυναίκα μου κάθισε δίπλα μου όπως έκανα ζάπινγκ.
– Τι έχει στην τηλεόραση; με ρώτησε.
– Σκόνη, απάντησα.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Η γυναίκα μου στέκονταν γυμνή μπροστά στον καθρέφτη και μου λέει:
– Αισθάνομαι χάλια. Δείχνω γριά, χοντρή και άσχημη. Πες μου κάτι θετικό.
Και της απάντησα:
– Η όρασή σου όμως είναι τέλεια.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Η γυναίκα μου με ρώτησε,
– Με πόσες γυναίκες έχεις κοιμηθεί;
Και εγώ γεμάτος υπερηφάνεια
– Μόνο με σένα αγάπη μου. Με όλες τις άλλες ήμουν ξύπνιος.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Το Σάββατο πρωί σηκώθηκα νωρίς, ντύθηκα ήσυχα, έφτιαξα το πρωινό μου και πήγα στο γκαράζ. Έδεσα τη βάρκα στο φορτηγάκι, και έκανα να βγω από το γκαράζ όταν διαπίστωσα ότι έξω έβρεχε καταρρακτωδώς. Πήγα πίσω στο σπίτι, ξεντύθηκα ήσυχα-ήσυχα και ξαναξάπλωσα στο κρεβάτι. Αγκάλιασα τη γυναίκα μου, τώρα με διαφορετικές προθέσεις και της ψιθύρισα:
– Έξω βρέχει καταρρακτωδώς!
Και η γυναίκα μου απάντησε:
– Και το πιστεύεις ότι ο άνδρας μου είναι έξω για ψάρεμα με αυτόν τον καιρό;
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Ήρθε ο καιρός να πάρω σύνταξη και έτσι πήγα στο ΙΚΑ. Η γυναίκα στο γκισέ μου ζήτησε την ταυτότητά μου για να δει την ηλικία μου. Έψαξα στις τσέπες μου, και διαπίστωσα ότι είχα ξεχάσει το πορτοφόλι μου με την ταυτότητα στο σπίτι. Το είπα στην υπάλληλο προσθέτοντας ότι θα ξαναπερνούσα αργότερα. Τότε η υπάλληλος μου λέει:
– Ξεκούμπωσε το πουκάμισό σου.
Ξεκούμπωσα το πουκάμισο και φάνηκαν οι λευκές τρίχες στο στήθος μου.
Η υπάλληλος είπε:
– Σίγουρα είστε σε ηλικία για σύνταξη, και προώθησε την αίτησή μου.
Όταν γύρισα σπίτι είπα την ιστορία στη γυναίκα μου. Και εκείνη μου είπε:
– Έπρεπε να είχες κατεβάσει το παντελόνι σου. Θα έπαιρνες και επίδομα αναπηρίας.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Όταν χάλασε η μηχανή κουρέματος του γκαζόν η γυναίκα μου άρχισε να μου ζητάει να τη φτιάξω. Γυρίζοντας μια μέρα από τη δουλειά είδα ότι η γυναίκα μου είχε βρει έναν έξυπνο τρόπο να μου δείξει την αναγκαιότητα για επισκευή. Ήταν ξαπλωμένη στο γκαζόν και έκοβε το γρασίδι με ένα ψαλίδι νυχιών. Την κοίταξα σιωπηλός για λίγο και μετά μπήκα στο σπίτι και της έφερα μια οδοντόβουρτσα και της είπα:
– Όταν τελειώσεις με το γρασίδι μπορείς να σκουπίσεις και την είσοδο.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Κάποια Χριστούγεννα αγόρασα στην πεθερά μου για δώρο έναν τάφο σε ένα ωραίο νεκροταφείο. Τον επόμενο χρόνο δεν της αγόρασα τίποτα για δώρο. Όταν με ρώτησε γιατί, της είπα:
– Έ, μα δεν χρησιμοποίησες ακόμα το δώρο που σου έκανα πέρσι!
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Βγήκαμε με τη γυναίκα μου για φαγητό. Ο σερβιτόρος, για κάποιο λόγο, πήρε πρώτα τη δική μου παραγγελία.
– Θα πάρω μια μοσχαρίσια μπριζόλα. Λίγο ψημένη, να έχει μέσα και αίμα.
– Δεν ανησυχείτε για την τρελή αγελάδα;
– Μπα, μπορεί να παραγγείλει μόνη της.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
Η γυναίκα μου και εγώ είχαμε πάει στην συνάντηση των παλιών συμμαθητών του σχολείου της. Η γυναίκα μου κοίταζε έναν μεθυσμένο να πίνει μόνος του στο διπλανό τραπέζι.
– Τον ξέρεις; τη ρώτησα.
– Ναι. Τα είχαμε παλιά. Έμαθα ότι άρχισε το ποτό μόλις χωρίσαμε και δεν τον έχει δει κανείς ξεμέθυστο από τότε.
– Θεέ μου, είπα. Ποιός θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο εορτασμός θα κράταγε τόσα χρόνια;
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
-Ρε γυναίκα αν βγω γυμνός στο μπαλκόνι λες να πουν τίποτα οι γείτονες;
– Ναι. Θα πουν ότι σε παντρεύτηκα για τα λεφτά σου.
Και έτσι άρχισε ο καυγάς με τη γυναίκα μου.
from WordPress http://ift.tt/29TD7dv
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου